Μέσα στο ρευστό διεθνές περιβάλλον, με τις γεωπολιτικές εντάσεις να κυριαρχούν και τους εμπορικούς δασμούς να επιστρέφουν στο προσκήνιο, ο επενδυτικός οίκος Jefferies διατηρεί αισιόδοξη στάση για τον τραπεζικό κλάδο στην Ευρώπη και ειδικότερα για τις ελληνικές τράπεζες. Σύμφωνα με την πρόσφατη ανάλυσή του, οι ελληνικοί χρηματοπιστωτικοί όμιλοι εκτιμάται πως παραμένουν σχετικά προστατευμένοι από τον άμεσο κίνδυνο των δασμών, με έμφαση στην περίπτωση της Εθνικής Τράπεζας.
Η Jefferies ξεχωρίζει την Εθνική Τράπεζα, σημειώνοντας τα ισχυρά κεφαλαιακά της αποθέματα, τον υψηλό δείκτη CET1 στο 18% και τις ελκυστικές αποδόσεις προς τους μετόχους, που αναμένεται να ξεπεράσουν το 10% την περίοδο 2024-2026. Παράλληλα, η αύξηση της ενσώματης λογιστικής αξίας αναμένεται να κινείται με ετήσιο ρυθμό 10%, ενισχύοντας περαιτέρω τη θέση της τράπεζας στο χρηματοοικονομικό τοπίο.
Παρά τις ανησυχίες που προκαλεί η ενίσχυση των προστατευτικών μέτρων σε ΗΠΑ και άλλες οικονομίες, η Jefferies βλέπει και ευκαιρίες. Η πορεία προς την ενοποίηση των κεφαλαιαγορών στην Ευρώπη, αλλά και το ενδεχόμενο χαλάρωσης των εσωτερικών δασμών εντός της ΕΕ, δημιουργούν συνθήκες που μπορεί να ευνοήσουν τις τράπεζες. Το τέλος της περιόδου χαμηλής μεταβλητότητας προσφέρει δυνατότητες για μεγαλύτερα έσοδα από επενδυτικές και διαχειριστικές δραστηριότητες.
Επιπλέον, η χρηματοδότηση της επαναχάραξης της εφοδιαστικής αλυσίδας, που καθίσταται αναγκαία από τη γεωπολιτική αστάθεια, αναμένεται να ανοίξει νέους δρόμους για τις εταιρικές τράπεζες με διεθνή παρουσία.
Η Jefferies προειδοποιεί πως δεν λείπουν οι κίνδυνοι, ιδίως σε σενάρια ήπιας ύφεσης, όπου η αύξηση του κόστους πιστώσεων και οι αλλαγές στα επιτόκια μπορούν να πιέσουν την κερδοφορία των τραπεζών. Ωστόσο, εκτιμά ότι ο ευρωπαϊκός τραπεζικός κλάδος είναι πιο ανθεκτικός σε σχέση με το παρελθόν, έχοντας ενισχύσει τη θέση του απέναντι σε τέτοιες πιέσεις.
Η Εθνική Τράπεζα βρίσκεται ανάμεσα στις κορυφαίες προτάσεις της Jefferies, μαζί με ονόματα όπως οι BNP, BBVA και Lloyds. Η BNP ξεχωρίζει για τα διαρθρωτικά της πλεονεκτήματα, ενώ η Societe Generale διατηρεί προοπτικές λόγω ιδιαίτερων συνθηκών. Όσον αφορά τις BBVA και Santander, η έκθεσή τους στη Λατινική Αμερική εκτιμάται ως στοιχείο αντιστάθμισης, λόγω της σχετικής απομόνωσης των χωρών αυτών από τις νέες εμπορικές εντάσεις.
Η συνολική εκτίμηση είναι ότι οι ελληνικές τράπεζες –σε αντίθεση με άλλες οικονομίες που επηρεάζονται άμεσα από δασμούς ή νομισματικές πιέσεις– φαίνεται να διατηρούν θεμελιώδη σταθερότητα και να προσφέρουν ευκαιρίες ακόμα και σε ένα αβέβαιο διεθνές σκηνικό.